Τρίτη 22 Ιουλίου 2008

ΗΛΘΟΝ, ΕΙΔΟΝ ΚΑΙ ΑΠΗΛΘΟΝ

Τρίτη 15.07.2008. Αργά το απόγευμα, μόλις έχω μπει στο σπίτι, χτυπάει το τηλέφωνο. Φωνή ευγενική μου λέει:
- Σας τηλεφωνώ από τη ΔΕΚΥΒ και παρακαλώ να πάτε στο ΔΔ Θεριανού γιατί έχει πιάσει φωτιά.
Εκεί μου είμαι έτοιμη να πω:
- λάθος κάνετε,
ευτυχώς ξαφνικά θυμάμαι: πριν ένα χρόνο, ο Δήμαρχος μας έχει καλέσει για να μας ανακοινώσει τα σχέδια του περί σύστασης σώματος εθελοντών για την πρόληψη των πυρκαγιών… ναι, ναι,… θα κάναμε περιπολίες, θα εκπαιδευόμασταν, θα βάζαμε κρουνούς, ο Δήμος θα αποκτούσε δική του υδροφόρα και θα, θα, θα… Θυμάμαι επίσης ότι τα είχα δει πολύ θετικά όλα αυτά, είχα σχεδόν πιστέψει ότι θα γίνουν – στο κάτω κάτω δεν ήταν και δύσκολο να υλοποιηθούν και η πικρή εμπειρία του περσινού καλοκαιριού ήταν ακόμα πολύ πρόσφατη για να ξεχαστεί. Ανασυγκροτούμε λοιπόν και απαντάω:
- Θα μπορούσα να βοηθήσω σε κάτι εγώ με τη φωτιά;
- Δεν ξέρω, μου είπαν μόνο να πάτε.
- Καλά ευχαριστώ. Θα πάω.
Ντύνομαι και φεύγω.
Και φτάνω στο Θεριανό. Ρωτώντας από εδώ κι από εκεί, μπαίνω σε έναν χωματόδρομο και κατευθύνομαι προς τη φωτιά. Κάποια στιγμή με σταματάνε αστυνομικοί με πυροσβέστες:
- Που πάτε κυρία μου; Έχει πιάσει φωτιά. Εδώ εμποδίζεται το έργο των πυροσβεστών.
- Ε…Ε…Εγώ, μου είπαν να έρθω να βοηθήσω, είμαι εθελόντρια στο Δήμο Βραχναιίκων.
- Κυρία μου, βάλτε παρακαλώ το όχημά σας στην άκρη να μην εμποδίζεται και κάντε ότι καταλαβαίνεται.
Βάζω λοιπόν το αμάξι σε μια άκρη (βρήκε και από κάτω σε κάτι πέτρες) και ξεκινάω με τα πόδια να φτάσω στη φωτιά. Περπατάω, περπατάω, έχει βραδιάσει κιόλας και δε βλέπω που πηγαίνω. Παίρνω τηλέφωνο άλλον εθελοντή μήπως και με κατευθύνει και φτάσω καμιά φορά. Έτσι και έγινε και έφτασα επί τόπου της φωτιάς, όπου:
- Είδα και ενημερώθηκα ότι η φωτιά είχε τεθεί υπό πλήρες έλεγχο (ευτυχώς!!!)
- Ήταν παρούσα η δημοτική αρχή σε πλήρη σύνθεση καθώς και Δήμαρχος και αντιδήμαρχος όμορου Δήμου στα όρια του οποίου είχε φτάσει η φωτιά και ετοιμάζονταν να κάνουν δηλώσεις σε κάμερες.
- Οι πυροσβέστες και λοιποί συντόνιζαν τις ενέργειες για πλήρη κατάσβεση των εστιών που σιγόκαιγαν.
Αντιλήφθηκα λοιπόν ότι δεν υπήρχε λόγος να παραβρίσκομαι εκεί – μόνο εμπόδιο στο έργο κάποιων μπορούσα να ήμουν – και αποχώρησα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Οι καλές προθέσεις και τα ωραία λόγια δεν αρκούν. Αν πραγματικά θέλουμε να έχουμε σώμα εθελοντών πυροπροστασίας ας κάνουμε κάτι έστω και τώρα κι ας είναι ήδη αργά. Διαφορετικά είναι ντροπή να κοροϊδεύουμε και να κάνουμε «επικοινωνιακή πολιτική» με θέματα τόσο σοβαρά.

Γεωργία Γ. Μπουγιούκου